Παραμύθια του Δρόμου.

Ήταν μια φορά και έναν καιρό ένας δρόμος.    Κανείς δεν ήξερε ακριβώς από που κρατούσε η σκούφια του.  Ακόμηκαι οι γεροντότεροι δεν θυμόνταν.

«Να ξέρετε είναι πιο παλιός από ‘μένα…», βεβαίωνε ο μπάρμπα Μήτσος, ο γηραιότερος κάτοικος του χωριού όταν τον ρωτούσαμε.

Σίγουρα ο δρόμος μας έχει τη δική του ιστορία.  Μπορεί να μην είναι γραμμένη στον τοίχο με μπογιά, όπως το τραγουδάκι των νεανικών μας χρόνων βεβαίωνε, είναι όμως γραμμένη στην μνήμη πολλών από μας.  Από τότε που τον περπατούσαμε, πιτσιρικάδες,  ξυπόλητοι για να εκδράμουμε στις κοντινές εξοχές στο Κουρί, όταν ο καιρός άρχιζε να καλοσυνεύει.

Αλήθεια πως να ξεχάσεις την απόλαυση του γαργαλητού από τη σκόνη και τα χαλίκια στις πατούσες;  Εκείνη την αίσθηση της ελευθερίας και της χαράς που, απαλλαγμένοι από τα παπούτσια του καθωσπρεπισμού των γονιών μας, απολαμβάναμε παίζοντας και κλοτσώντας τη σπυριάρα επιφάνεια του;  Και τις μυρουδιές που ανέδινε μετά το ψιλόβροχο που θύμιζαν την κανέλα στο ρυζόγαλο της μαμάς;

Όμως πέρασαν χρόνια και ο δρόμος έπρεπε να ενηλικιωθεί.  Όπως κάναμε όλοι, χωρίς πάντα να τρελαινόμαστε στη ιδέα.

Το Ρετζίκι το χωριό που ο δρόμος ανεβαίνοντας στο βουνό, το Χορτιάτη, το χάιδευε στ’ αριστερά του, έγινε πόλη.  Άλλαξε και όνομα μάλιστα.  Τώρα είναι, (τουλάχιστον προσπαθεί), μια καθώς πρέπει πόλη που τη λένε Πεύκα.

Και τα χωριά που επισκέπτονταν για να εξυπηρετήσει, εξοχές παλιά των πλούσιων της πρωτεύουσας, μεγάλωσαν κι εκείνα και καμαρώνουν με τις βίλες τους και τις τσιμεντένιες πλατείες.

Το σανατόριο στο Ασβεστοχώρι έγινε πολυκλινική.  «Παπανικολάου» με τ’ όνομα!  Και ο Χορτιάτης δεν είναι πια το χωριό που προμηθεύει πάγο στους κατοίκους που στριμώχνονται κάτω στην πεδιάδα.

Έγινε κι αυτός παραθεριστικό «θέρετρον», και μάλιστα μοδάτο.

Και ο δρόμος;  Άστα να πάνε.

Κάτι προσπάθειες να καλλωπιστεί και να μπει στα ρούχα που του επέβαλαν να φορέσει το μόνο που πέτυχαν ήταν να τον κάνουν να φαίνεται γελοίος.

Στριμωγμένος από παντού με μπετονένια «καλούδια», κατασκευές άπληστων και άσκεφτων ανθρώπων, ασφυκτιά και υποφέρει.

Οι κρασπεδώσεις, η φτηνιάρα άσφαλτος και τα πεζοδρόμια εδώ κι εκεί μοιάζουν με φτιασιδώματα που διάφοροι «έξυπνοι» επιβάλλουν σε υπερήλικα για να ξεγελάσουν κάποιους, και τον ίδιο, για την ηλικία και την υγεία του.

Αυτοί που τον χρησιμοποιούσαν δεν είναι πια οι λίγοι γνωστοί του.  Είναι χιλιάδες, εκατό πενήντα την ημέρα λένε, και ούτε που τον φροντίζουν.

Το γύρισμα του αιώνα τον βρήκε γέρο και ταλαιπωρημένο.

Οι φίλοι του τον έχουν ξεχάσει. Σαν την παλιά τους ζωή που, κάπου, τους ενοχλεί να θυμούνται.

Πολλοί τον μισούν κιόλας..

Σήμερα κείτεται εκεί άρρωστος και ετοιμοθάνατος.  Και κανείς δεν νοιάζεται, άρχοντας ή παρακατιανός.  Τι κρίμα…

Πάνος Τς.

Check Also

Σινεμά στα Πεύκα: 8 γυναίκες

Μετά τις αργίες τις Καθαρής Δευτέρας και της 25ης Μαρτίου, η κινηματογραφική λέσχη του ΟΙΚΟ-ΟΡΑΜΑΤΟΣ …

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *